Σύμφωνα με το νόμο 3846/2010 αλλάζουν οι προϋποθέσεις που
χαρακτηρίζουν μία σύμβαση έργου ή παροχής υπηρεσιών σε σύμβαση εξαρτημένης
εργασίας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον νέο νόμο, όλες οι συμβάσεις παροχής
υπηρεσιών ή έργου, αορίστου ή ορισμένου χρόνου, τεκμαίρονται ότι υποκρύπτουν
σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως,
αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα συνεχείς μήνες ενώ
επιπλέον καταργείται η υποχρέωση γνωστοποίησης των συμβάσεων στην τοπική
Επιθεώρηση Εργασίας.
Μετά την παρέλευση χρονικού διαστήματος 9 μηνών,και
εφόσον τεκμαίρεται ότι η σύμβαση έχει χαρακτήρα εξαρτημένης εργασίας, εναπόκειται
στον εργοδότη το βάρος της απόδειξης στα πολιτικά δικαστήρια για το αντίθετο. Στο
πλαίσιο αυτό, στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη είναι αν ο απασχολούμενος
εργάζεται υπό τον έλεγχο και τις οδηγίες του εργοδότη, που είναι δυνατό να
εκδηλώνεται με διαφορετικές μορφές (π.χ. καθορισμός του τόπου, τρόπου και
ωραρίου εργασίας κλπ.), ενώ ο τρόπος πληρωμής του απασχολούμενου δεν είναι
πάντα καθοριστικός.
Σε αυτήν την περίπτωση αναγνωρίζονται στον εργαζόμενο
αυτομάτως οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, όπως η καταβολή επιδομάτων,
ετήσιας άδειας ή αποζημίωσης κατά την καταγγελία της σύμβασης κλπ.